- ἀρίστ-αθλος
ἀρίστ-αθλος, Ἡρακλῆς Archi. 27 (Plan. 94), der Sieger im Kampfe.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀρίστ-αθλος, Ἡρακλῆς Archi. 27 (Plan. 94), der Sieger im Kampfe.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
καρτερόαθλος — καρτερόαθλος, ον (Α) αυτός που πάλεψε με καρτερία, που έδειξε επιμονή και αντοχή. [ΕΤΥΜΟΛ. < καρτερός + άθλος (< ἄθλος), πρβλ. αρίστ αθλος, φίλ αθλος] … Dictionary of Greek
μυρίαθλος — και ποιητ. τ. μυριάεθλος, ον (Α) ήρωας μυρίων αγώνων, άνδρας με μυριάδες αγώνες μσν. το ουδ. ως ουσ. τὸ μυρίαθλον μυριάδα αγώνων («οὐχ ὅτι πρὸς πένταθλον, ἀλλ εἰς μυρίαθλον ἀποδυσάμενος», Ακρόπ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < μυρι(ο) * + ἆθλος (πρβλ. αρίστ… … Dictionary of Greek