- ὀρχήστρια
ὀρχήστρια, ἡ, fem. zu ὀρχηστήρ, Tänzerinn (?).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὀρχήστρια, ἡ, fem. zu ὀρχηστήρ, Tänzerinn (?).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ορχήστρια — ὀρχήστρια, ἡ (ΑΜ) βλ. ορχηστής … Dictionary of Greek
ὀρχήστρια — dancing girl fem nom/voc sg ὀρχήστριον neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὀρχηστρίας — ὀρχηστρίᾱς , ὀρχήστρια dancing girl fem acc pl ὀρχηστρίᾱς , ὀρχήστρια dancing girl fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὀρχηστρίαις — ὀρχήστρια dancing girl fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὀρχήστριαν — ὀρχήστρια dancing girl fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ορχηστής — θηλ. ορχηστρίς, ο (ΑΜ ὀρχηστής, θηλ. ὀρχήστρια, Α θηλ. και ὀρχηστρίς, ίδος) [ορχούμαι] χορευτής αρχ. 1. χοροδιδάσκαλος 3. ως κύριο όν. Ὀρχηστής προσωνυμία τού Απόλλωνος και τού Πανός … Dictionary of Greek
ՎԱՐՁԱԿ — (ի, աց.) NBH 2 0795 Chronological Sequence: Early classical, 6c, 8c գ. ᾅδουσα cantatrix ὁρχηστίς psaltrix ὁρχήστρια saltatrix μῖμος mimus. Կին երգեցկի՝ երաժիշտ. եւ կաքաւիչ ʼի խնջոյս եւ ʼի թատրոնս (իբր վարձեալ, կամ վարժեալ, կամ վարուք արձակ). եւ… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)