ἀπο-ξενίζω

ἀπο-ξενίζω

ἀπο-ξενίζω, = folgdm?


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ἀπεξενισμένην — ἀπό ξενίζω receive perf part mp fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποξενίζειν — ἀπό ξενίζω receive pres inf act (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ξένος — Επώνυμο αγωνιστών του 1821, κυριότεροι από τους οποίους ήταν οι εξής: 1. Εμμανουήλ. Λόγιος και αγωνιστής του ‘21 από την Πάτμο. Ανήκε στη μεγάλη οικογένεια των Ξ., από την οποία προερχόταν και ο μεγαλέμπορος της Οδησσού Βασίλειος, στο πλευρό του… …   Dictionary of Greek

  • ξενισμός — ο (Α ξενισμός) [ξενίζω] νεοελλ. 1. η χρησιμοποίηση ξενικών λέξεων και τύπων σύνταξης, αντί τής αναζήτησης αντίστοιχων λέξεων και τύπων τής ντόπιας γλώσσας (α. «ήλθε η μαντάμ» ήλθε η κυρία β. «έλαβε χώραν» έγινε, συντελέστηκε, πραγματοποιήθηκε) 2 …   Dictionary of Greek

  • ξενιστής — Ο ζωικός ή φυτικός οργανισμός, από τον οποίο το παράσιτο αντλεί θρεπτικές ουσίες. Βλ. λ. παρασιτισμός. * * * ο (Μ ξενιστής) [ξενίζω] νεοελλ. (βιολ. ιατρ.) α) οργανισμός μέσα ή πάνω στον οποίο ζει ένας άλλος οργανισμός ως παράσιτο ή ως το κατ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”