- ἀπο-νεύρωσις
ἀπο-νεύρωσις, ἡ, das Ende der Muskeln, wo sie in Sehnen übergehen, Hippocr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀπο-νεύρωσις, ἡ, das Ende der Muskeln, wo sie in Sehnen übergehen, Hippocr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
νεύρωση — I (Βοτ.). Η διάταξη των νεύρων ή φλεβών του φύλλου. Στη ν. παρατηρείται το διάμεσο νεύρο και οι διακλαδώσεις του ή φλέβες. Τα φύλλα ως προς τη ν. διακρίνονται σε παραλληλόνευρα, όταν τα νεύρα βαίνουν παράλληλα, όπως στα περισσότερα… … Dictionary of Greek