- ἀπό-θλιψις
ἀπό-θλιψις, ἡ, das Auspressen, D. Sic. 3, 63; Verdrängen, Luc. Iud. Voc. 2.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀπό-θλιψις, ἡ, das Auspressen, D. Sic. 3, 63; Verdrängen, Luc. Iud. Voc. 2.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κίνδυνος — Γενική έννοια που υποδηλώνει την κατάσταση αβεβαιότητας ως προς την πορεία ορισμένων γεγονότων, η οποία σχετίζεται με την ανυπαρξία πρόβλεψης για την έκβασή τους και απόλυτου ελέγχου πάνω σε αυτά. Η έννοια του κ. συνδέεται με τη δυνατότητα… … Dictionary of Greek
Μητσάκης, Μιχαήλ — (Μέγαρα 1868 – Αθήνα 1916). Δημοσιογράφος και συγγραφέας. Φοίτησε στη Νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές του, επειδή επιδόθηκε νωρίς και αποκλειστικά στη δημοσιογραφία. Κυκλοφόρησε και δύο δικές του σατιρικές… … Dictionary of Greek