ὀπτίκια, τά, erst byzantinisch aus officia gebildet, die Hofämter.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
οπτίκια — ὀπτίκια, τὰ (Α) οιωνοί, οιωνοσκοπήματα. [ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση τού λατ. auspicia, πληθ. τού auspicium «οιωνός»] … Dictionary of Greek
ὀπτικίοις — ὀπτίκια auspicia neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)