οἰωνικός

οἰωνικός

οἰωνικός, den Vogelflug und Wahrsagungen daraus betreffend, ἡ οἰωνική, sc. τέχνη, = οἰωνιστική.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • οιωνικός — οἰωνικός, ή, όν (Α) 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στους οιωνούς 2. το θηλ. ως ουσ. ἡ οἰωνική η οιωνοσκοπία …   Dictionary of Greek

  • οιωνός — Σημείο της θέλησης των θεών στους αρχαίους Έλληνες και Ρωμαίους, από την οποία αυτοί εξαρτούσαν κάθε σημαντική δράση. Για να αντιληφθούν τη θεϊκή θέληση βασίζονταν κυρίως στο πέταγμα και στις φωνές των πουλιών (οιωνών), όπως για παράδειγμα ο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”