- λάβδωμα
λάβδωμα, τό, eine Figur von der Gestalt des Lambda, Iambl. arithm. p. 16.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
λάβδωμα, τό, eine Figur von der Gestalt des Lambda, Iambl. arithm. p. 16.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
λάβδωμα — λάβδωμα, τὸ (Α) [λάβδα] σχήμα που μοιάζει με Λ … Dictionary of Greek
λάβδωμα — a figure like that of neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λαβδώματα — λάβδωμα a figure like that of neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)