- θοῖνα
θοῖνα, ἡ, Sp. = ϑοίνη, Moeris.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
θοῖνα, ἡ, Sp. = ϑοίνη, Moeris.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
θοίνα — θοίνᾱ , θοίνη meal fem nom/voc/acc dual θοίνᾱ , θοίνη meal fem nom/voc sg (doric aeolic) θοίνᾱ , θοινάω feast on pres imperat act 2nd sg θοίνᾱ , θοινάω feast on imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θοίνα — θοίνα, ἡ (Α) (δωρ. τ.) βλ. θοίνη … Dictionary of Greek
θοίνᾳ — θοίνᾱͅ , θοίνη meal fem dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θοινᾶι — θοινᾷ , θοινάω feast on pres subj mp 2nd sg θοινᾷ , θοινάω feast on pres ind mp 2nd sg (epic) θοινᾷ , θοινάω feast on pres subj act 3rd sg θοινᾷ , θοινάω feast on pres ind act 3rd sg (epic) θοινᾷ , θοινάζω fut ind mid 2nd sg (epic) θοινᾷ ,… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θοίναν — θοίνᾱν , θοίνη meal fem acc sg (doric aeolic) θοίνᾱν , θοινάω feast on imperf ind act 3rd pl (doric aeolic) θοίνᾱν , θοινάω feast on imperf ind act 1st sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θοίνας — θοίνᾱς , θοίνη meal fem acc pl θοίνᾱς , θοίνη meal fem gen sg (doric aeolic) θοίνᾱς , θοινάω feast on imperf ind act 2nd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θοινασόμεσθα — θοινᾱσόμεσθα , θοινάω feast on aor subj mid 1st pl (epic doric aeolic) θοινᾱσόμεσθα , θοινάω feast on fut ind mid 1st pl (doric aeolic) θοινάζω aor subj mid 1st pl (epic) θοινάζω fut ind mid 1st pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θοινάσομαι — θοινά̱σομαι , θοινάω feast on aor subj mid 1st sg (epic doric aeolic) θοινά̱σομαι , θοινάω feast on fut ind mid 1st sg (doric aeolic) θοινάζω aor subj mid 1st sg (epic) θοινάζω fut ind mid 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θοιναμάτων — θοινᾱμάτων , θοίναμα meal neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θοινατῆρος — θοινᾱτῆρος , θοινατήρ one who gives a feast masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θοινατήριον — θοινᾱτήριον , θοινατήριον neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)