λογο-πράτης

λογο-πράτης

λογο-πράτης, , der Reden verkauft, für Geld Reden schreibt, Sp.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • λογοπράτης — λογοπράτης, ὁ (Α) (για τον Ιούδα) αυτός που πούλησε τον Λόγο τού Θεού, τον Χριστό. [ΕΤΥΜΟΛ. < λογο * + πράτης (< θ. πρα , πρβλ. πέ πρα κα, παρακμ. τού πιπράσκω «πωλώ»), πρβλ. δημο πράτης, λαχανο πράτης] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”