- παρα-βιβάζω
παρα-βιβάζω, daneben bringen, beseitigen, LXX.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
παρα-βιβάζω, daneben bringen, beseitigen, LXX.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
παρεβιβάσθη — παρά βιβάζω cause to mount aor ind pass 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παρεβίβαζε — παρά βιβάζω cause to mount imperf ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παρεβίβασε — παρά βιβάζω cause to mount aor ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παρεβίβασεν — παρά βιβάζω cause to mount aor ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)