- θνητο-γαμία
θνητο-γαμία, ἡ, die Vermählung mit einem Sterblichen, Schol. Il. 1, 5.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
θνητο-γαμία, ἡ, die Vermählung mit einem Sterblichen, Schol. Il. 1, 5.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
θνητογαμία — θνητογαμία, ἡ (Μ) ο γάμος με θνητό. [ΕΤΥΜΟΛ. < θνητός + γαμία (< γάμος), πρβλ. ετερο γαμία, μονο γαμία] … Dictionary of Greek