- λιμνο-χαρής
λιμνο-χαρής, ές, sich des Sumpfes freuend, gern darin lebend, als Froschname auch λιμνόχαρις geschrieben, Batrach.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
λιμνο-χαρής, ές, sich des Sumpfes freuend, gern darin lebend, als Froschname auch λιμνόχαρις geschrieben, Batrach.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
νευροχαρής — νευροχαρής, ές (Α) (επίθ. τού Απόλλωνος) αυτός που τέρπεται με τη νευρά τού τόξου ή με τη χορδή λύρας. [ΕΤΥΜΟΛ. < νευρά «χορδή» + χαρής (< χαίρω), πρβλ. λιμνο χαρής, μουσο χαρής] … Dictionary of Greek
ορειοχαρής — ὀρειοχαρής, ές (Α) αυτός που αρέσκεται στον ορεινό βίο, που διαμένει ευχαρίστως στα όρη. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. ὀρειο (βλ. λ. όρος [ΙΙ]) + χαρής (< χαίρω), πρβλ. αιμο χαρής, λιμνο χαρής] … Dictionary of Greek