θεό-κτιστος

θεό-κτιστος

θεό-κτιστος, von Gott erbau't, gemacht, p. bei Ar. Poet. 21.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κτιστός — ή, ό (AM κτιστός, ή, όν) [κτίζω] κτισμένος, οικοδομημένος νεοελλ. κατασκευασμένος με τοιχοποιία μσν. αρχ. 1. δημιουργημένος, πλασμένος από τον θεό 2. υλικός, υπαρκτός αρχ. σφυρηλατημένος, επεξεργασμένος, δουλεμένος. επίρρ... κτιστά (AM κτιστῶς)… …   Dictionary of Greek

  • θεόκτιστος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Μαρτύρησε με ξίφος. H μνήμη του τιμάται στις 4 Φεβρουαρίου. 2. Αποκεφαλίστηκε για τις ιδέες του με ξίφος. Η μνήμη του τιμάται στις 3 Οκτωβρίου. 3. Θ. ο ναύκληρος. Μαρτύρησε με αποκεφαλισμό στην… …   Dictionary of Greek

  • υαλόκτιστος — ον, Μ κατασκευασμένος από γυαλί. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὕαλος + κτιστος (< κτιστός < κτίζω), πρβλ. θεό κτιστος] …   Dictionary of Greek

  • φιλόκτιστος — ον, ΜΑ φιλοκτίστης*. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + κτιστός (< κτίζω), πρβλ. θεό κτιστος] …   Dictionary of Greek

  • Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”