θεό-φθεγκτος

θεό-φθεγκτος

θεό-φθεγκτος, von Gott ertönend, gesagt, Eust.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • θεόφθεγκτος — θεόφθεγκτος, ον (Α) αυτός που λέχθηκε από τον θεό. [ΕΤΥΜΟΛ. < θεο * + φθεγκτος (< φθέγγομαι), πρβλ. από φθεγκτος, δύσ φθεγκτος] …   Dictionary of Greek

  • προφητόφθεγκτος — ον, Μ αυτός που λέχθηκε από προφήτες, αυτός που περιέχεται σε προφητεία. [ΕΤΥΜΟΛ. < προφήτης + φθεγκτος (< φθεγκτός < φθέγγομαι), πρβλ. θεό φθεγκτος] …   Dictionary of Greek

  • μελίφθεγκτος — μελίφθεγκτος, ον (Α) μελίφθογγος, γλυκύφωνος. [ΕΤΥΜΟΛ. < μέλι + φθεγκτός (< φθέγγομαι), πρβλ. θεό φθεγκτος] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”