- λευκό-πυῤῥος
λευκό-πυῤῥος, weißröthlich, Arist. col. 6, 3.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
λευκό-πυῤῥος, weißröthlich, Arist. col. 6, 3.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
Ελλάδα - Ιστορία (Αρχαιότητα) — ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ (600000 1100 π.Χ.) Σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα, θεωρείται ότι η ζωή ξεκίνησε στον ελλαδικό χώρο από το 100 000 π.Χ. (Παλαιολιθική εποχή). Όμως, η χρονική περίοδος που ιστορικά παρουσιάζει εξαιρετικό… … Dictionary of Greek
πυρρότριχος — η, ο / πυρρότριχος, ον, και πυρρόθριξ, ότριχος, ὁ, ἡ, ΝΑ, και πυρσόθριξ, ότριχος, ὁ, ἡ, Α αυτός που έχει πυρρόξανθα μαλλιά, κοκκινομάλλης. [ΕΤΥΜΟΛ. < πυρρός / πυρσός «ερυθρός, κοκκινωπός» + θρίξ, τριχός (πρβλ. λευκό τριχος / λευκό θριξ)] … Dictionary of Greek
πυρροκέφαλος — ον, Α (κατά τον Ησύχ.) αυτός που έχει κόκκινο κεφάλι. [ΕΤΥΜΟΛ. < πυρρός «ερυθρός, κοκκινωπός» + κέφαλος (< κεφαλή), πρβλ. λευκο κέφαλος] … Dictionary of Greek
Αμερική — I (America) Μία από τις πέντε ηπείρους του πλανήτη μας· γεωγραφικά χωρίζεται σε τρία τμήματα, τη Βόρεια Α., την Κεντρική Α. (μαζί με τα νησιά της Καραϊβικής θάλασσας) και τη Νότια ή Λατινική Α. Πολιτικά, τα τελευταία χρόνια έχει επικρατήσει η… … Dictionary of Greek
Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… … Dictionary of Greek