μολοχἶτης

μολοχἶτης

μολοχἶτης λίϑος, s. μαλαχίτης, Plin. H. N. 37, 8.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • μολοχίτης — μολοχίτης, ό ή μολοχῑτις, ἡ (Α) φρ. «μολοχίτης λίθος» ή «μολοχῑτις λίθος» είδος πολύτιμου λίθου που έχει χρώμα μολόχας. [ΕΤΥΜΟΛ. < μολόχη + επίθημα ίτης/ ῖτις, που εμφανίζεται σε ονομασίες λίθων (πρβλ. ονυχ ίτης, σιδηρ ίτις)] …   Dictionary of Greek

  • Malachite — For other uses, see Malachite (disambiguation). Malachite Malachite from the Congo General Category Carbonate mineral …   Wikipedia

  • ψευδομαλαχίτης — ο. Ν (ορυκτ.) ένυδρο φωσφορικό ορυκτό τού χαλκού, αλλ. ταγιλίτης. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. νεολατ. pseudomalachite < pseudo (< ψευδ[ο] *) + μαλαχίτης, πιθ. < μολοχίτης* < μολόχη «μολόχα» + ίτης*] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”