- βοθρο-ειδής
βοθρο-ειδής, ές, grubenartig ausgehöhlt, Hippocr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
βοθρο-ειδής, ές, grubenartig ausgehöhlt, Hippocr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
θυροειδής — Ιατρικός όρος που αναφέρεται σε διάφορα ανατομικά στοιχεία που έχουν σχέση με το θ. τρήμα του ανώνυμου oστού. Το θ. τρήμα, που ονομάζεται επίσης ηβοϊσχιακό τρήμα, βρίσκεται στο κατώτερο μέρος του ανώνυμου οστού και πιο συγκεκριμένα ακριβώς κάτω… … Dictionary of Greek