- μονηΐς
μονηΐς, ΐδος, ἡ, ἀρχή, = μοναρχία, Maneth. 4, 98.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μονηΐς, ΐδος, ἡ, ἀρχή, = μοναρχία, Maneth. 4, 98.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μονηίς — μονηΐς, ἡ (Α) φρ. «μονηις ἀρχή» η μοναρχία. [ΕΤΥΜΟΛ. < μόνος + κατάλ. ηίς (πρβλ. βασιλ ηίς)] … Dictionary of Greek