- νομισμάτιον
νομισμάτιον, τό, dim. zu νόμισμα, kleine Münze, Schol. Ar. Vesp. 213.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
νομισμάτιον, τό, dim. zu νόμισμα, kleine Münze, Schol. Ar. Vesp. 213.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
νομισμάτιον — neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
νομισματίοις — νομισμάτιον neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
νομισματίῳ — νομισμάτιον neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
νομισμάτια — νομισμάτιον neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Charon's obol — Charon and Psyche (1883), a pre Raphaelite interpretation of the myth by John Roddam Spencer Stanhope Charon s obol is an allusive term for the coin placed in or on the mouth[1] of a dead person before burial. According to … Wikipedia
νομισμάτιο — το (ΑΜ νομισμάτιον) [νόμισμα] μικρό νόμισμα αρχ. ονομασία νομίσματος … Dictionary of Greek
πάκτο — το (ΑΜ πάκτον) 1. (ιδίως στο Βυζάντιο) σύμβαση, συνθήκη, συμβόλαιο («ἄρουραι, ἃς ἔχεις ἐπὶ πάκτῳ παρὰ τοῡ δεῑνα», Πάπ.) 2. συμφωνία για τη χρήση ακινήτου αντί ποσού χρημάτων που καταβάλλονται σε τακτά χρονικά διαστήματα, μίσθωση («διδόναι τῷ… … Dictionary of Greek