- μαλακο-ειδής
μαλακο-ειδής, ές, von weicher Akt, Beschaffenheit, weichlich, Gramm.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μαλακο-ειδής, ές, von weicher Akt, Beschaffenheit, weichlich, Gramm.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
σφηνοειδής — Είδος γραφής, γνωστό στην αρχαία νότια Μεσοποταμία, όπου κατοικούσαν Σουμέριοι, Ακκάδιοι, Ελαμίτες, Χετταίοι, Ασύριοι και Πέρσες. Ονομάστηκε έτσι από τους νεότερους ερευνητές, εξαιτίας των γραμμάτων της, τα οποία σχηματίζονταν από το συνδυασμό… … Dictionary of Greek