- βαθυ-δίνης
βαθυ-δίνης, ὁ, dasselbe Ὠκεανός Od. 10, 511; Xanthos (Skamander) Iliad. 20, 73; Hes. O. 169, u. sonst von Flüssen.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
βαθυ-δίνης, ὁ, dasselbe Ὠκεανός Od. 10, 511; Xanthos (Skamander) Iliad. 20, 73; Hes. O. 169, u. sonst von Flüssen.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ευρυοδίνης — εὐρυοδίνης, ὁ (Α) (για ποταμό) αυτός που σχηματίζει πλατιές δίνες. [ΕΤΥΜΟΛ. < ευρυ * + δινης (< δίνη), πρβλ. βαθυ δίνης, καλλι δίνης. Το ο συνδετικό φωνήεν, αναλογικά προς άλλα σύνθετα τού ευρυ με β συνθετικό που άρχιζε από ο ] … Dictionary of Greek
μελανδίνης — μελανδίνης, ὁ (Α) (για ποταμό) αυτός που σχηματίζει μαύρες, σκοτεινές δίνες («μελανδίνην ἀνὰ Γάγγην», Διον. Περ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < μέλας, ανος + δίνη (πρβλ. βαθυ δίνης)] … Dictionary of Greek