- ξανθίας
ξανθίας, ὁ, eine Thunfischart, Athen. (?).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ξανθίας, ὁ, eine Thunfischart, Athen. (?).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
Ξανθίας — Ξανθίας, ὁ (Α) [Ξάνθος] 1. όνομα δούλου πονηρού, κωμικού και αυθάδους, το οποίο ήταν συχνό στην αρχαία ελληνική κωμωδία 2. (ως προσηγορικό) α) δούλος β) είδος ρίψης τών ζαριών … Dictionary of Greek
Ξανθίας — Ξανθίᾱς , Ξανθίας Xanthias masc acc pl Ξανθίᾱς , Ξανθίας Xanthias masc nom sg (attic epic doric aeolic) Ξανθίᾱς , Ξανθίης masc acc pl Ξανθίᾱς , Ξανθίης masc nom sg (attic epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ξανθίαι — Ξανθίας Xanthias masc nom/voc pl Ξανθίᾱͅ , Ξανθίας Xanthias masc dat sg (attic doric aeolic) Ξανθίης masc nom/voc pl Ξανθίᾱͅ , Ξανθίης masc dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ξανθίου — Ξανθίας Xanthias masc gen sg Ξανθίης masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ξανθία — Ξανθίᾱ , Ξανθίας Xanthias masc nom/voc/acc dual Ξανθίας Xanthias masc voc sg Ξανθίᾱ , Ξανθίας Xanthias masc voc sg (attic) Ξανθίᾱ , Ξανθίας Xanthias masc gen sg (doric aeolic) Ξανθίας Xanthias masc nom sg (epic) Ξανθίᾱ , Ξανθίης masc… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ή — (I) και γη (AM ἤ, Μ και γή, Α επικ. τ. ἠέ) Ι. (διαζευκτικός σύνδεσμος) 1. συνδέει δύο ή περισσότερες λέξεις ή προτάσεις τών οποίων οι έννοιες αναιρούν η μία την άλλη (α. «εγώ ή εκείνος» β. «ἐγώ... ἤ ἄλλος Ἀχαιῶν», Ομ. Ιλ.) 2. επαναλαμβανόμενο ή … Dictionary of Greek
Ξανθίαν — Ξανθίᾱν , Ξανθίας Xanthias masc acc sg (attic epic doric aeolic) Ξανθίας Xanthias masc acc sg Ξανθίᾱν , Ξανθίης masc acc sg (attic epic doric aeolic) Ξανθίης masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ξανθίᾳ — Ξανθίαι , Ξανθίας Xanthias masc nom/voc pl Ξανθίᾱͅ , Ξανθίας Xanthias masc dat sg (attic doric aeolic) Ξανθίαι , Ξανθίης masc nom/voc pl Ξανθίᾱͅ , Ξανθίης masc dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ИМЯ, НОМЕН — •Nomen. I. У греков не было родовых И. или фамилий. Новорожденному дитяте давалось И. по выбору родителей, что делалось обыкновенно на 5, 7 или 10 день (см. Άμφιδρόμια). По древнему обычаю, сыну,… … Реальный словарь классических древностей
Имя — • Nomen. I. У греков не было родовых И. или фамилий. Новорожденному дитяте давалось И. по выбору родителей, что делалось обыкновенно на 5, 7 или 10 день (см. Άμφιδρόμια, Амфидромия). По древнему обычаю, сыну, особенно старшему, давалось И … Реальный словарь классических древностей
NOMEN — inrantibus impositum, perectâ Circumcisione Iudaeis, aliis post lustrationem: Omnibus enim gentibus Nomma sua erant seu vocabula, aliis signa, praeter Atlantes, de quibus Pomp. Mela l. 1. c. 8. Ex his, qui ultra deserta esse memoraxtur, Atlantes… … Hofmann J. Lexicon universale