μαδαρότης

μαδαρότης

μαδαρότης, ητος, ἡ, Kahlheit, Hippocr.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • μαδαρότης — μαδαρότης, ητος, ἡ (Α) [μαδαρός] 1. η ιδιότητα τού μαδαρού, η φαλακρότητα 2. η πτώση τών τριχών τών βλεφάρων …   Dictionary of Greek

  • μαδαρότης — baldness fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μαδαρότητι — μαδαρότης baldness fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”