δαιτροσύνη

δαιτροσύνη

δαιτροσύνη, , das Vertheilen, Vorschneiden des Fleisches bei Tische, Homer einmal, Odyss. 16, 253 δοιὼ ϑεράποντε, δαήμονε δαιτροσυνάων, Homerisch plural. für den singul.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • δαιτροσύνη — δαιτροσύνη, η (Α) [δαιτρός] η τέχνη τού δαιτρού*, τού να κόβει και να μοιράζει κάποιος το κρέας …   Dictionary of Greek

  • δαιτροσυνάων — δαιτροσυνά̱ων , δαιτροσύνη art of carving meat into portions fem gen pl (epic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”