- δια-μίγνῡμι
δια-μίγνῡμι (s. μίγνυμι), durcheinander mischen, bei Ath. X, 441 f; Plut.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
δια-μίγνῡμι (s. μίγνυμι), durcheinander mischen, bei Ath. X, 441 f; Plut.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
διαμεμιγμέναι — διά μίγνυμι mix perf part mp fem nom/voc pl διαμεμιγμένᾱͅ , διά μίγνυμι mix perf part mp fem dat sg (doric aeolic) διαμεμῑγμέναι , διά μίγνυμι mix perf part mp fem nom/voc pl διαμεμῑγμένᾱͅ , διά μίγνυμι mix perf part mp fem dat sg (doric… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαμεμιγμένην — διά μίγνυμι mix perf part mp fem acc sg (attic epic ionic) διαμεμῑγμένην , διά μίγνυμι mix perf part mp fem acc sg (attic epic ionic) διαμεμῑγμένην , διά μίγνυμι mix perf part mp fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαμίσγοντα — διά μίγνυμι mix pres part act neut nom/voc/acc pl διά μίγνυμι mix pres part act masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διάμισγε — διά μίγνυμι mix pres imperat act 2nd sg διά μίγνυμι mix imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαμίσγων — διά μίγνυμι mix pres part act masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαμεμιγμένας — διαμεμιγμένᾱς , διά μίγνυμι mix perf part mp fem acc pl διαμεμιγμένᾱς , διά μίγνυμι mix perf part mp fem gen sg (doric aeolic) διαμεμῑγμένᾱς , διά μίγνυμι mix perf part mp fem acc pl διαμεμῑγμένᾱς , διά μίγνυμι mix perf part mp fem gen sg… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαμιχθέντα — διαμῑχθέντα , διά μίγνυμι mix aor part pass neut nom/voc/acc pl διαμῑχθέντα , διά μίγνυμι mix aor part pass masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαμιγνύς — διαμῑγνύ̱ς , διά μίγνυμι mix pres part act masc nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαμιγνύων — διαμῑγνύων , διά μίγνυμι mix pres part act masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαμιχθείς — διαμῑχθείς , διά μίγνυμι mix aor part pass masc nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαμίγνυθι — διαμί̱γνῡθι , διά μίγνυμι mix pres imperat act 2nd sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)