- δια-μόλυσμα
δια-μόλυσμα, τό, die Besudelung, Onosand. strat. 5.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
δια-μόλυσμα, τό, die Besudelung, Onosand. strat. 5.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
αφή — Είναι η αίσθηση που επιτρέπει την αναγνώριση των εξωτερικών χαρακτηριστικών και της επιφάνειας των αντικειμένων (σχήμα, όγκος, τραχύτητα, λειότητα, ομοιομορφία κ.ά.) με την επαφή του δέρματος. Τα απτικά αισθήματα προκαλούν, όταν ερεθιστούν, με… … Dictionary of Greek