- δεκά-πλεθρος
δεκά-πλεθρος, zehn Plethren enthaltend, προτεί-χισμα Thuc. 6, 102.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
δεκά-πλεθρος, zehn Plethren enthaltend, προτεί-χισμα Thuc. 6, 102.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πεντηκοντάπλεθρος — και ποιητ. τ. πεντηκονταπέλεθρος, ον, Μ αυτός που έχει έκταση ίση με πενήντα πλέθρα. [ΕΤΥΜΟΛ. < πεντήκοντα + πλέθρον (πρβλ. δεκά πλεθρος)] … Dictionary of Greek