- δεινό-πους
δεινό-πους, οδος, mit schrecklichem Fuße, Ἀρά, die schrecklich verfolgende Rachegöttin, Soph. O. R. 418.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
δεινό-πους, οδος, mit schrecklichem Fuße, Ἀρά, die schrecklich verfolgende Rachegöttin, Soph. O. R. 418.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
στρογγυλόπους — ουν, Α αυτός που έχει στρογγυλά πόδια, στρογγυλούς άξονες («στρογγυλόπους δίφρος», επιγρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < στρογγύλος + πους (< πούς, ποδός), πρβλ. δεινό πους] … Dictionary of Greek