- μεθυ-δώτης
μεθυ-δώτης, ὁ, = μεϑυδότης, Bacchus, Hymn. in Bacch. 13 (IX, 524); Orph. H.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μεθυ-δώτης, ὁ, = μεϑυδότης, Bacchus, Hymn. in Bacch. 13 (IX, 524); Orph. H.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μεθυδώτης — και μεθυδότης, ὁ (Α) (ως προσωνυμία τού θεού Διονύσου) αυτός που δίδει ή παρέχει κρασί. [ΕΤΥΜΟΛ. < μέθυ «κρασί» + δώτης και δότης (< δίδωμι), πρβλ. ξενο δώτης] … Dictionary of Greek