μεγαλο-πτέρυξ

μεγαλο-πτέρυξ

μεγαλο-πτέρυξ, υγος, = Vorigem, Sp.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • φτερούγα — Μέλος ή κινητή απόφυση, που επιτρέπει στα πουλιά και σε πολλά έντομα να πετούν. Στα πουλιά οι φ. αντιστοιχούν με τα μπροστινά άκρα των άλλων σπονδυλωτών, και κατά συνέπεια με τα μπράτσα του ανθρώπου. Η φ. αποτελείται από σκελετό χωρισμένο σε 3… …   Dictionary of Greek

  • χρυσοπτέρυγος — ον, ΜΑ αυτός που έχει χρυσές φτερούγες. [ΕΤΥΜΟΛ. < χρυσ(ο) * + πτέρυγος (< πτέρυξ, υγος), πρβλ. μεγαλο πτέρυγος] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”