μεγα-σχιδής

μεγα-σχιδής

μεγα-σχιδής, ές, sehr gespalten, Hesych.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • μεγασχιδής — μεγασχιδής, ές (Α) αυτός που έχει μεγάλο σχίσμα, που είναι σχισμένος πολύ βαθιά. [ΕΤΥΜΟΛ. < μεγα * + σχιδής (< θ. σχιδ τού σχίζω), πρβλ. ακρο σχιδής, πολυ σχιδής] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”