- μετα-κλὠθω
μετα-κλὠθω, von Neuem spinnen, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μετα-κλὠθω, von Neuem spinnen, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κλώθω — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν κόρη της Νύχτας και μία από τις τρεις Μοίρες. Ο Πλάτων ονομάζει τις Μοίρες στην Πολιτεία του κόρες της Ανάγκης και αναφέρει ότι η Κ. ψάλλει το παρόν και, καθώς κλώθει, εκφράζει την πλοκή των γεγονότων που αποτελούν τη… … Dictionary of Greek
μετακλώσαντα — μετά κλώθω twist by spinning aor part act neut nom/voc/acc pl μετά κλώθω twist by spinning aor part act masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μετακλωσθέντος — μετά κλώθω twist by spinning aor part pass masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μετεγκλώσας — μετεγκλώσᾱς , μετά , ἐν κλώθω twist by spinning aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) μετεγκλώσᾱς , μετά ἐγκλάω thwart pres part act fem acc pl (attic epic doric ionic) μετεγκλώσᾱς , μετά ἐγκλάω thwart pres part act fem gen sg… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κρυπτοχριστιανοί — Χριστιανοί που ασπάστηκαν φαινομενικά τον μωαμεθανισμό για να αποφύγουν τους διωγμούς των Οθωμανών κατακτητών, ενώ στην πραγματικότητα διατηρούσαν τη χριστιανική τους πίστη. Οι εξισλαμισμοί στους οποίους προέβαιναν οι Τούρκοι κατακτητές… … Dictionary of Greek
μεταγνώθω — και μεταγνώνω (Μ μετα[γ]νώθω) λυπάμαι για κάτι κακό που έκανα, μεταμελούμαι, μετανοώ μσν. αλλάζω γνώμη, μεταβάλλω προηγούμενη απόφαση, μετανιώνω. [ΕΤΥΜΟΛ. Υποχωρητ. σχηματισμός από τον αόρ. μετ έγνωσα τού μεταγιγνώσκω, κατά το σχήμα ἔκλωσα: κλώθω … Dictionary of Greek
Άδης — Ο θεός του Κάτω Κόσμου και ο Κάτω Κόσμος. Ο θεός Ά. ήταν γιος του Κρόνου και της Ρέας, που πήρε μερίδιό του τον Κάτω Κόσμο, όταν έγινε η διανομή της εξουσίας του κόσμου, μετά τον πόλεμο των θεών με τους Τιτάνες. Οι αδελφοί του, Ζευς και Ποσειδών … Dictionary of Greek