- μετα-κοίνωνος
μετα-κοίνωνος, mit theilnehmend, Hesych.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μετα-κοίνωνος, mit theilnehmend, Hesych.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
συμπαραγράφω — Α 1. γράφω κάτι εν συνεχεία, μετά από κάτι άλλο («ὁ Μωϋσῆς εὐθὺς τῇ Γενέσει συμπαραγράψας τὴν Ἔξοδον», Γρηγ. Νύσσ.) 2. παθ. συμπαραγράφομαι αναγράφομαι μαζί άλλους («ὥσπερ κοινωνὸς τῆς προφητείας συμπαραγράφεται», Βασ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * +… … Dictionary of Greek