- μετα-γραμματίζω
μετα-γραμματίζω, die Buchstaben verändern, Tzetz.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μετα-γραμματίζω, die Buchstaben verändern, Tzetz.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
γράμμα — το (AM γράμμα) [γράφω] Ι. 1. οτιδήποτε έχει γραφεί 2. σύμβολο τού αλφαβήτου 3. επιστολή 4. ανάγνωση διάβασμα II. στον πληθ. γράμματα, τα 1. η γραφή 2. η μόρφωση, η παιδεία 3. (τα Ιερά) Γράμματα η Αγία Γραφή 4. ο Δεκάλογος 5. κατάστιχο 6. φρ.… … Dictionary of Greek