πόμπιος

πόμπιος

πόμπιος, = πομπικός, D. Sic. 12, 40, σκεύη, wo Wesseling πομπεῖα änderte.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • πόμπιος — conveyed by transmission masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πομπίου — πόμπιος conveyed by transmission masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πομπίους — πόμπιος conveyed by transmission masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πομπίῳ — πόμπιος conveyed by transmission masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • SILO Poppaedius — celeberrimus Italiae dux, uti vocatur Velleio l. 2. c. 16. Ubi Pompedius reponit Vossius, ex Diodoro, ac Orosio. apud Appianum est Πομπάδιος leviculô errore pro Πομπαίδιος, aut Πομπήδιος; ita enim aliquos scribere video; in his Iosephum Iud.… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Άγιοι Δέκα — I Μάρτυρες των οποίων τη μνήμη τιμά η Ανατ. Ορθόδοξη Εκκλησία στις 23 Δεκεμβρίου. Μαρτύρησαν κατά τον διωγμό του Δεκίου στη Γόρτυνα της Κρήτης το 250. Από αυτούς πήρε το όνομά του το χωριό Ά.Δ. και o βυζαντινός ναός που χτίστηκε στη θέση που… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”