- μεσο-ειδής
μεσο-ειδής, ές, dem mittleren, bes. der μέση ähnlich, Anonvm. de Music. 27.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μεσο-ειδής, ές, dem mittleren, bes. der μέση ähnlich, Anonvm. de Music. 27.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
αίμα — Ρευστός ιστός του οποίου τα στερεά κυτταρικά στοιχεία αιωρούνται σε μια ροώδη μεσοκυττάρια ουσία, που ονομάζεται πλάσμα. Κυκλοφορεί σε ένα σύστημα αγγείων, το κυκλοφορικό σύστημα, και αντιπροσωπεύει για τα ανώτερα ζώα το μέσο με το οποίο… … Dictionary of Greek
ήπαρ — Με την ονομασία αυτή αναφέρεται συνήθως στα ιατρικά συγγράμματα το συκώτι, όργανο που βρίσκεται στον δεξιό υποδιαφραγματικό χώρο μεταξύ του διαφράγματος και του εγκάρσιου κόλου· εντοπίζεται στο ανώτερο τμήμα του επιγαστρίου, μπροστά στο πάνω… … Dictionary of Greek
ίνα — Πρώτη ύλη της υφαντουργικής βιομηχανίας, η οποία αποτελείται από νηματοειδή υλικά, τεχνητά ή συνθετικά, που έχουν τα κατάλληλα χαρακτηριστικά μήκους, αντοχής και ελαστικότητας, για να είναι δυνατός o μετασχηματισμός τους σε νήματα (κλωστές) και… … Dictionary of Greek
δελτοειδής — Ογκώδης μυς που καλύπτει την άρθρωση του ώμου, εκφύεται από τα οστά της κλείδας και της απόφυσης της ωμοπλάτης και καταφύεται στο μέσο του βραχιονίου. Από αυτόν εξαρτάται η ανυψωτική κίνηση του βραχίονα. Η ονομασία του οφείλεται στο σχήμα του,… … Dictionary of Greek
κολλοειδής — ές 1. αυτός που έχει μορφή κόλλας, πηκτώδης, κολλώδης 2. φρ. α) «κολλοειδή συστήματα» ή, απλώς, «κολλοειδής» χημ. κατηγορία ετερογενών συστημάτων τών οποίων η διεσπαρμένη ουσία συνίσταται από λεπτά τεμαχίδια διαστάσεων μεταξύ 10 7 και 10 3… … Dictionary of Greek
τραπεζοειδής — ές, ΝΜΑ όμοιος με τράπεζα ή με τραπέζιο νεοελλ. 1. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τα τραπεζοειδή (παλαιοντ.) απολιθωμένη υφομοταξία ανθοζώων, κοιλεντεροζώων, αποικιακά κοράλλια, τής οποίας οι εκπρόσωποι έζησαν από το ορδοβίσιο ώς το μέσο ιουρασικό 2. φρ … Dictionary of Greek