μεσό-γραφος

μεσό-γραφος

μεσό-γραφος, in der Mitte geschrieben, γραμμή, eine mit dem μεσολάβιον gesuchte mittlere Proportionallinie, Plut. Marc. 14; bei Eratosth. Cyren. 3 (App. 25) steht μεσογράφα μυρία τεύχοις.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ιερόγραφος — ἱερόγραφος, ον (Μ) (για την Αγία Γραφή) αυτός που έχει γραφεί με τρόπο που προσιδιάζει σε ιερά πράγματα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιερ(ο) * + γραφος* (πρβλ. ισό γραφος, μεσό γραφος)] …   Dictionary of Greek

  • ολόγραφος — η, ο (ΑΜ ὁλόγραφος, ον) 1. (για λέξη) γραμμένος με όλα τα γράμματα, δηλ. όχι συντετμημένα ή με τα αρκτικά της 2. γραμμένος εξ ολοκλήρου από το χέρι τού συγγραφέα, ιδιόγραφος («ὡς καὶ τοῡτο ὁλόγραφοι δηλοῡσιν αὐτοῡ πρὸ τῶν τόμων ἐπισημειώσεις»,… …   Dictionary of Greek

  • κινηματογράφος — Μέσο έκφρασης και παρουσίασης, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική της αποτύπωσης ακίνητων εικόνων σε φιλμ και της προβολής τους σε οθόνη, μέσω τεχνικών διαδικασιών, οι οποίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης. Τα κύριαφαινόμενα που συντελούν …   Dictionary of Greek

  • τηλέγραφος — Σύστημα τηλεπικοινωνίας που χαρακτηρίζεται από τη μεταβίβαση μηνυμάτων στη μορφή διαδοχικών σημάτων, καθένα από τα οποία παριστάνει ένα γράμμα του αλφαβήτου ή ενός συνόλου γραμμάτων ή λέξεων. Ένα τηλεγραφικό σύστημα αποτελείται από μία διάταξη, η …   Dictionary of Greek

  • ακτινογραφία — Ακτινοδιαγνωστικό μέσο, όπου απεικονίζονται σε φωτογραφικό φιλμ τα διάφορα όργανα του σώματος. Βλ. λ. ακτινολογία. * * * ή (Α ἀκτινογραφία) νεοελλ. 1. αποτύπωση φωτογραφικών εικόνων με τη βοήθεια τών ακτίνων Χ (Ραίντγκεν), ακτινογράφηση 2. η… …   Dictionary of Greek

  • μεσόγραφος — μεσόγραφος, ον (Α) 1. αυτός που έχει γραφεί στο μέσο 2. το ουδ. ως ουσ. τὸ μεσόγραφον η μέση ανάλογη γραμμή η οποία βρίσκεται με τον μεσολάβο. [ΕΤΥΜΟΛ. < μεσ(ο) * + γραφος*] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”