μεσσηγύ

μεσσηγύ

μεσσηγύ,


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • μεσσηγύ — και μεσσηγύς (Α) επίρρ. (επικ. τ.) βλ. μεσηγύ …   Dictionary of Greek

  • μεσσηγύ — μεσηγύ in the middle epic (indeclform adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μεσηγύ — και επικ. τ. μεσσηγύ και μεσσηγύς και μεσηγύς (Α) επίρρ. 1. στο μέσο, καταμεσίς («οὐδέ τι πολλὴ χώρη μεσσηγύς», Ομ. Ιλ.) 2. χρον. εν τω μεταξύ 3. μεταξύ, ανάμεσα (ἐν δόρυ πῆξεν ὤμων μεσσηγύς», Ομ. Ιλ.) 4. (ως ουδ. ουσ. τὸ μεσηγύ το μέρος που… …   Dictionary of Greek

  • gou̯ǝ- (or gau̯ǝ-?:) gū- —     gou̯ǝ (or gau̯ǝ ?:) gū     English meaning: hand; to grab     Deutsche Übersetzung: “Hand; ergreifen, einhändigen”     Material: Av. gava Du., gavō acc. pl. “ hands “; Av. gūnaoiti “ supply, gain “, gaona m. “profit, gain” (see under Lith.… …   Proto-Indo-European etymological dictionary

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”