νερτέριος

νερτέριος

νερτέριος, was unten, unter der Erde ist, unterirdisch; ποιναί, Man. 6, 178; γαίη, Ep. ad. 727 (App. 153).


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • νερτέριος — νερτέριος, ία, ον, θηλ. και ος (Α) [νέρτερος] 1. αυτός που βρίσκεται κάτω από τη γη, υποχθόνιος 2. (το αρσ. πληθ. ως ουσ.) οἱ νερτέριοι οι νεκροί …   Dictionary of Greek

  • νερτέριος — underground masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νερτερίων — νερτέριος underground fem gen pl νερτέριος underground masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νερτέριον — νερτέριος underground masc acc sg νερτέριος underground neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νερτερίη — νερτέριος underground fem nom/voc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νερτερίοιο — νερτέριος underground masc/neut gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νερτερίοις — νερτέριος underground masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νερτερίους — νερτέριος underground masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νερτερίῳ — νερτέριος underground masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νερτέριαι — νερτέριος underground fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νερτέριοι — νερτέριος underground masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”