- δόνημα
δόνημα, τό, Bewegung, Erschütterung, Lucian. Salt. 19.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
δόνημα, τό, Bewegung, Erschütterung, Lucian. Salt. 19.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
δόνημα — agitation neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δόνημα — το (AM δόνημα) δόνηση, τράνταγμα … Dictionary of Greek
PROTEUS — Deus marinus, Neptuni et Phoenices fil. teste Tzetze hist. 44. Chil. 2. qui in Pharo Alexandriae habitavit, Toronenque ex Aegypto in Phlegram Pallenes profectus uxorem duxit, ex qua filios suscepit Tmylum ac Telegonum, de quibus Eurip. in Hecuba … Hofmann J. Lexicon universale
μουσοδόνημα — μουσοδόνημα, τὸ (Α) άσμα ατόμου που εμπνεύστηκε από τις Μούσες. [ΕΤΥΜΟΛ. < μοῦσα + δόνημα(< δονῶ)] … Dictionary of Greek