- δω-δεκά-εδρος
δω-δεκά-εδρος, zwölfsitzig, mit zwölf Grundlagen, Seitenflächen, ein Dodekaeder; Plut. plac. philos. 2, 6; τὸ δ., Tim. Locr. 98 d; Euclid.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
δω-δεκά-εδρος, zwölfsitzig, mit zwölf Grundlagen, Seitenflächen, ein Dodekaeder; Plut. plac. philos. 2, 6; τὸ δ., Tim. Locr. 98 d; Euclid.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πρόεδρος — ο, η / πρόεδρος, ον, ΝΜΑ θηλ. και προεδρίνα Ν άτομο που προΐσταται σε μια συνέλευση ή σε άλλο σώμα (α. «πρόεδρος σωματείου» β. «πρόεδρος τής Βουλής» γ. «τοὺς προέδρους οἳ ἂν λάχωσι προεδρεύειν», επιγρ.) νεοελλ. 1. αρχηγός πολιτικού κόμματος 2. φρ … Dictionary of Greek
πεντα- — και πεντ και πενθ , ΝΜΑ, πεντο , Ν, πεντε , Α α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, που ανάγεται στο αριθμητικό πέντε και σημαίνει ότι αυτό που δηλώνει το β συνθετικό υπάρχει ή γίνεται πέντε φορές (πρβλ. πεντά γωνος, πεντα… … Dictionary of Greek