βασιλίνδα

βασιλίνδα

βασιλίνδα, adv., παίζειν, ein Spiel, worin Einer zum König gemacht wird, B. A. 1353; Poll. 9, 110.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • βασιλίνδα — επίρρ. (Α) [βασιλεύς] φρ. «ἡ βασιλίνδα παιδιά» παιδικό παιχνίδι, κατά το οποίο ένα παιδί υποδύεται τον βασιλιά και τα άλλα αξιωματούχους και υπηκόους του …   Dictionary of Greek

  • βασιλίνδα — indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • CYRUS I — CYRUS, I. Cambysis fil. ex Mandana Astyagis Regis filiâ, Persarum ac Medorum Rex, qui primus (ut Iustinus, l. 1. c. 6. scribit) devictô Astyage, qui ipsum occidi iusserat per Harpagum, ultimô Medorum Rege, Medorum imperium transtulit in Persas,… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • βασιλιάς — ο και βασιλεύς και βασιλέας και βασιλές και βασιλιός (θηλ. βασίλισσα, η) (AM βασιλεύς, Μ και βασιλέας θηλ. AM βασίλισσα και βασιλίς, Α και βασιλέα και βασίλεια και βασιληΐς) 1. ο κληρονομικός ανώτατος άρχοντας του κράτους 2. πρώτος ή έξοχος μέσα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”