δρᾱμάτιον

δρᾱμάτιον

δρᾱμάτιον, τό, dim. zu δρᾶμα, ein kleines Schauspiel, Plut. Dem. 4.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • δραμάτιον — δραμάτιον, το (Α) δραματάκι, δράμα δευτερεύουσας σημασίας …   Dictionary of Greek

  • δραμάτιον — δρᾱμάτιον , δραμάτιον neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Απλούχειρ, Μιχαήλ — (12oς αι.). Βυζαντινός θεατρικός συγγραφέας. Έζησε περίπου την ίδια εποχή με τον ποιητή και λόγιο Ιωάννη Τζέτζη (1110 80). Η επίδραση του τελευταίου είναι έντονη στο έργο του Α. Δραμάτιον, ποίημα που αποτελείται από 122 τρίμετρα και εκδόθηκε για… …   Dictionary of Greek

  • δραματίῳ — δρᾱματίῳ , δραμάτιον neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”