Μελιτέως — Μελιτέω̆ς , Μελιτεύς masc gen sg Μελιτεύς masc nom sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μελιτέων — Μελίτη fem gen pl (epic ionic) Μελιτεύς masc gen pl Μελιτέω̆ν , Μελιτεύς masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)