- κἀξ
κἀξ, = καὶ ἐξ.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κἀξ, = καὶ ἐξ.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κἀξ — ἐξ , ἐκ from out of proclitic indeclform (prep) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
FRINGILLA seu FRINGILLUS — Graecis ςπίζα, Italis fringuello, Gallis pincon, Festo nomen habet, quod frigore solus ex avibus cantet. Eundem namque eum cum regaliolo facit, quem mortis omen Iulio Caesari fecisse, apud Suet. habes c. 81. Sed fringillus aestivis tantum… … Hofmann J. Lexicon universale
φύση — η / φύσις, εως, ΝΜΑ 1. το σύνολο τών φυσικών ιδιοτήτων, η σύσταση ή η κατάσταση ενός πράγματος (α. «δεν τό επιτρέπει η φύση τής χώρας» β. «τέτοια είναι η φύση τού πολιτεύματος» γ. «καί μοι φύσιν αὐοῦ [τοῦ φαρμάκου] ἔδειξεν», Ομ. Οδ. δ. «ἡ φύσις… … Dictionary of Greek
Αζερμπαϊτζάν — I Κράτος της Υπερκαυκασίας, στη ΝΔ Ασία.Συνορεύει με τη Ρωσία στα Β, τη Γεωργία στα ΒΔ, την Αρμενία στα Δ και με το Ιράν, και πιο συγκεκριμένα την επαρχία που αποκαλείται επίσης Α., στα Ν. Όλη η ανατολική του πλευρά βρέχεται από την Κασπία… … Dictionary of Greek