- κίλλ-ουρος
κίλλ-ουρος, ὁ, Wackelschwanz, Bebsterz, ein Vogel wie die Bachstelze, Hesych.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κίλλ-ουρος, ὁ, Wackelschwanz, Bebsterz, ein Vogel wie die Bachstelze, Hesych.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κίλλουρος — κίλλουρος, ὁ (Α) ο κίγκλος*, η σουσουράδα. [ΕΤΥΜΟΛ. < κίλλ ουρος το β συνθετικό ουρος < ουρά (πρβλ. κόλ ουρος). Ως προς το α συνθετικό, η λ. συνδέεται πιθ. με λέξεις βαλτικών γλωσσών με την ίδια σημ. (πρβλ. λιθουαν. kiele, λεττ. ciēlava),… … Dictionary of Greek
kel-4 and kāl- — kel 4 and kāl English meaning: a kind of dark/light spot Deutsche Übersetzung: in den Worten for helle and dunkle Flecken, graue and schwärzliche Farbentöne Note: compare also k̂er 3 and kers 1. Material: I. O.Ind. kalaŋka m.… … Proto-Indo-European etymological dictionary