κίννα

κίννα

κίννα, , eine Grasart, in Cilicien wachsend, sonst ἄγρωστις, Diosc.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κίννα — κίννᾱ , κίννα way barley fem nom/voc/acc dual κίννᾱ , κίννα way barley fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κίννα — ἡ (Α) είδος φυτού …   Dictionary of Greek

  • κίννᾳ — κίνναι , κίννα way barley fem nom/voc pl κίννᾱͅ , κίννα way barley fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κίννας — κίννᾱς , κίννα way barley fem acc pl κίννᾱς , κίννα way barley fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κίνναι — κίννα way barley fem nom/voc pl κίννᾱͅ , κίννα way barley fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κίνναν — κίννᾱν , κίννα way barley fem acc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κίννης — κίννα way barley fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σερτώριος Κόιντος — (Quintus Sertorius). Ρωμαίος στρατηγός (123 72 π.Χ.). Πολέμησε για πρώτη φορά εναντίον των Κίμβρων και των Τευτόνων στο Οράνζ, κάτω από τις διαταγές του Σερβίλιου Καιπίωνα και το 102 π.Χ. κατόρθωσε να μπει ως κατάσκοπος στο στρατόπεδο των… …   Dictionary of Greek

  • ки́новарь — и, ж. 1. Минерал красного цвета сернистая ртуть. 2. Красная краска, получаемая из сернистой ртути. [греч. κινναβαρι] …   Малый академический словарь

  • Ιουλία — I Αγία της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Μαρτύρησε στην Άγκυρα με πνιγμό σε λίμνη μαζί με τις Αλεξάνδρα, Ευφρασία, Θεοδότη, Κλαυδία, Ματρώνα, Τεκούσα και Φαεινή. Η μνήμη της τιμάται στις 18 Μαΐου. II Όνομα ιστορικών προσώπων της ρωμαϊκής… …   Dictionary of Greek

  • Πομπήιος — I Όνομα ρωμαϊκής οικογένειας πληβείων με τρεις διαφορετικούς κλάδους. Το 141 π.Χ. η οικογένεια έγινε «ευγενής». 1. Γναίος Πομπήιος Στράβων. Στρατηγός, που ως ύπατος έκανε επιτυχή εκστρατεία στον Κοινωνικό ή Συμμαχικό Πόλεμο. Ψήφισε τον Πομπήιο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”