καλλί-πυργος

καλλί-πυργος

καλλί-πυργος, mit schönen Thürmen, πεδία Eur. Suppl. 618, ἄστυ Bacch. 1200. – Uebertr., σοφία Ar. Nubb. 1024, die festgegründete Weisheit.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • υψίπυργος — ον, Α 1. αυτός που έχει ψηλούς πύργους 2. μτφ. ψηλός σαν πύργος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὕψι «ψηλά» + πυργος (< πύργος), πρβλ. καλλί πυργος] …   Dictionary of Greek

  • στερρόπυργος — ον, Μ αυτός που έχει στερεούς, γερούς πύργους. [ΕΤΥΜΟΛ. < στερρός άλλος τ. τού στερεός + πύργος (πρβλ. καλλί πυργος, πολύ πυργος)] …   Dictionary of Greek

  • πολύπυργος — ον, Α 1. αυτός που έχει πολλούς πύργους 2. (κατ επέκτ.) πολύ οχυρός. [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + πύργος (πρβλ. καλλί πυργος)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”