- καμπυλότης
καμπυλότης, ητος, ἡ, die Krümmung, Arist. H. A. 1, 9 u. Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
καμπυλότης, ητος, ἡ, die Krümmung, Arist. H. A. 1, 9 u. Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
καμπυλότης — crookedness fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καμπυλότητα — καμπυλότης crookedness fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καμπυλότητας — καμπυλότης crookedness fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καμπυλότητες — καμπυλότης crookedness fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καμπυλότητι — καμπυλότης crookedness fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καμπυλότητος — καμπυλότης crookedness fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καμπυλότητ' — καμπυλότητα , καμπυλότης crookedness fem acc sg καμπυλότητι , καμπυλότης crookedness fem dat sg καμπυλότητε , καμπυλότης crookedness fem nom/voc/acc dual … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καμπυλότητα — Μέγεθος που χαρακτηρίζει την απόκλιση μιας καμπύλης ή επιφάνειας από την ευθεία γραμμή ή το επίπεδο. κ. πεδίου ειδώλου. Μία από τις παρεκκλίσεις των οπτικών συστημάτων. Γενικά, ένα επίπεδο αντικείμενο κάθετο στον άξονα ενός οπτικού συστήματος δεν … Dictionary of Greek
ԾՌՈՒԹԻՒՆ — ( ) NBH 1 1028 Chronological Sequence: Early classical, 6c, 11c գ. καμπυλότης curvitas, obliquitas διαστροφή distorsio. Ծուռ գոլն, եւ ծուռ ինչ. թիւրուծիւն. կորութիւն. խոստումն. չարութիւն. *ո՛չ գոյ ʼի նոսա ծռութիւն, եւ ոչ թիւրութիւն. Առակ. ՟Ը. 8:… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)